Μια ανθολόγηση από τα πεζά κείμενα του Τόλη Νικηφόρου (διηγήματα, μυθιστορήματα, παραμύθια) με εικόνες της Τζούλιας Φορτούνη



«Η ζωή μας αποτελείται όχι από μέρες,
μήνες και χρόνια,
αλλά από δευτερόλεπτα
που αιωρούνται και σκορπίζουν
στην άκρη του γκρεμού.
Δευτερόλεπτα αιφνιδιαστικά και γοητευτικά,
δευτερόλεπτα επικίνδυνα»

Σάββατο 14 Φεβρουαρίου 2015

Ταξίδι στο Λίβερπουλ


           Το παμπάλαιο εξαγωνικό ρολόι φάνταζε χωρίς λεπτοδείκτη. Πολύχρωμες φωτεινές επιγραφές αναβόσβηναν αδιάκοπα και από κρυμμένα μεγάφωνα ξεχύνονταν βραχνή μουσική. Στις ράγες αγκομαχούσε ακόμα η ατμομηχανή.
            Ατέλειωτος ο γυρισμός στο Λονδίνο. Κείνο τ' ανάλαφρο μεθύσι, άρωμα γυναίκας αγαπημένης σαν στρώνει το μαγικό χαλί του κρασιού και τυλίγει τα χέρια της γύρω σου, μυγδαλιά ανθισμένη στα χιόνια του Γενάρη. Μια-δυο φορές προσπάθησε να κοιμηθεί, μα τον κρατούσε ο παράλογος φόβος πως η λάμψη που τον πλημμύριζε  θα χανόταν σαν αντικείμενο παιδικού ονείρου. Ήταν στιγμές που την άφηνε ν' αλαργέψει και την ξεχνούσε. Όταν πάλι η χαρά προδίδονταν στο πρόσωπό του, κρυβόταν για να αποφύγει τα περίεργα βλέμματα.

            Μήνες και χρόνια το βάσανο της αβάσταχτης προσμονής. Χωρίς βεβαιότητα, μόνη εγγύηση μια σκουριασμένη ελπίδα και το πείσμα που τη συντηρούσε. Λιποψύχησε πολλές φορές. Όμως, καθώς αυτή η μικρή, η απειροελάχιστη πιθανότητα ήταν η μοναδική, αποκτούσε διαστάσεις τεράστιες.
             Κάποιος απέναντι κρατούσε εφημερίδα.

                                        «ΤΕΤΡΑΓΩΝΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΓΗ
                                  ΦΡΟΝΕΙ ΔΙΑΣΗΜΟΣ ΕΠΙΣΤΉΜΩΝ»

            Συγκέντρωσε το βλέμμα. «Διάσημος επιστήμων απεκάλυψε χθες ότι πληροφορίαι διαβιβασθείσαι εις την Γην υπό δορυφόρου επιβεβαιούν ότι ο πλανήτης μας έχει τέσσαρας γωνίας. Επίσης διεπιστώθη ότι η Γη δεν έχει σχήμα αχλαδιού ούτε ελλειψοειδές εις τον Ισημερινόν». 
            - Μπορώ να ταξιδέψω κυριολεκτικά στις τέσσερις γωνιές του κόσμου, μονολόγησε χαμηλόφωνα και γέλασε.

           Κατέβηκε αργά από το βαγόνι. Φόρεσε το φθαρμένο πράσινο αδιάβροχο και κράτησε την ομπρέλα στο αριστερό χέρι. Προχώρησε στη έξοδο του σταθμού αγνοώντας τα ταξί. «ΕΙΚΟΣΤΗ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΠΟΝΤΙΚΟΠΑΓΊΔΑΣ», κραύγαζαν κάτι αφίσες με τεράστια γράμματα.
           - Και τελευταία, είπε με πάθος. Δεν θα πήγαινε καν στο γραφείο. Χωρίς εξήγηση, αποχαιρετισμούς, ούτε μια λέξη.
            Άρχισε να βαδίζει άσκοπα. Ψιλόβρεχε όπως πάντα. Στη μέσα τσέπη φύλαγε την επιταγή με το μεγάλο νούμερο. Τι πιθανότητες έδιναν οι μαθηματικοί να κερδίσει κανείς ένα τέτοιο ποσό; Μια στα εξακόσια εκατομμύρια περίπου. Είχε χιονίσει στη Βόρεια Αγγλία κι αναβλήθηκαν μερικοί αγώνες. Δυο-τρεις γερές εκπλήξεις. Το μοναδικό δελτίο με οκτώ ισοπαλίες. Απίθανες συμπτώσεις.
            Πέρασε έξω από ένα ζαχαροπλαστείο. Σειρές στολισμένα κέικ, τούρτες και ζαχαρωτά. Η ροδοκόκκινη χοντρή με την άσπρη ποδιά δεν προλάβαινε να γεμίζει σακούλες. Τσάι με γάλα και γλυκά, τι συνήθεια !
             Η εταιρία προγνωστικών ποδοσφαίρου με έδρα το Λίβερπουλ πλήρωνε τους τυχερούς στον τόπο διαμονής τους ή στην πρωτεύουσα. Προκειμένου για σημαντικό κέρδος, διοργάνωνε μάλιστα γιορτή σε ακριβό ξενοδοχείο και προσκαλούσε κάποια γνωστή ηθοποιό να δώσει τις επιταγές.
             Στάθηκε δίπλα στον φανοστάτη μπροστά από μια τράπεζα και την αναμέτρησε με το βλέμμα. Αύριο το πρωί δίχως άλλο, είπε.Το είχε τάξει στον εαυτό του να πάει στο Λίβερπουλ. Το περίμενε κάθε Σάββατο, το λογάριαζε όλη την εβδομάδα, το ανανέωνε με κάθε αποτυχία. Πήδηξε σε ένα κόκκινο λεωφορείο και ανέβηκε στο επάνω πάτωμα. Κάθισε μπροστά και απλώθηκε. Θαυμάσιος τρόπος να δει κανείς το Λονδίνο.
             Έβγαλε τον φάκελο και τον κράτησε ανάμεσα στον δείχτη και τον αντίχειρα. Τράβηξε αργά την επιταγή. Την περιεργάστηκε προσεκτικά. Συλλάβισε τις λέξεις, μέτρησε τους αριθμούς. Ποσό, κωδικός αριθμός, υποκατάστημα τραπέζης, αριθμός λογαριασμού, αριθμός επιταγής. Σφραγίδες και δύο υπογραφές. Και πάνω με χοντρά γράμματα το όνομα της εταιρίας προγνωστικών.

             Ο οδηγός φρενάρισε απότομα. Ένα μαλλιαρό σκυλί πήδηξε στο απέναντι πεζοδρόμιο.
Μπορούσε. Να μείνει στο καλύτερο ξενοδοχείο. Να αγοράσει το πολυτελέστερο αυτοκίνητο. Ένα μεγάλο σπίτι σε καλή περιοχή επιπλωμένο με απλό και ακριβό γούστο. Αφού βέβαια ταξιδέψει παντού. Σε μακρινές χώρες, σε εξωτικά νησιά.
             - Τέρμα. Όλοι έξω, φώναξε ο εισπράκτορας.
             Να διασκεδάσει, να απολαύσει τη ζωή με κάθε τρόπο. Να μπει στα μαγαζιά, να τα σηκώσει ολόκληρα. Να αγοράσει την ίδια την εταιρία στην οποία δούλευε.
             Πέρασε έξω από το σινεμά της γειτονιάς του. Ο δρόμος με τα ομοιόμορφα, παρδαλά σπίτια σαν να είχε ξεπηδήσει από τετράδιο ιχνογραφίας του δημοτικού.
             Ναι,μπορούσε τώρα. Να δώσει για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Ίσως ένα ποσό σημαντικό. Να βοηθήσει, φίλους, γνωστούς, συγγενείς. Και τι δεν μπορούσε να κάνει !
             Μπήκε στο δωμάτιο του κι άναψε το φως. Γλυκά, χαρούμενα χρώματα, απλά, φτηνά έπιπλα. Η μεγάλη αναπαυτική πολυθρόνα. Κοιμήθηκε έναν ύπνο βαθύ χωρίς όνειρα.

             Το άλλο πρωί σηκώθηκε νωρίς. Πήγε στην τράπεζα πρώτα να καταθέσει την επιταγή και να τακτοποιήσει όλες τις λεπτομέρειες. Δεν άφησε καμία εκκρεμότητα.
              Αγόρασε καινούρια εργαλεία και προμήθειες και γύρισε κοντά στις δώδεκα το μεσημέρι. Πέρασε από τη χαμηλή πόρτα στο εργαστήριο και ακούμπησε στον φαρδύ πάγκο.
               Ο φλεγματικός διευθυντής στην τράπεζα είχε γουρλώσει τα μάτια. Τόσα μόνο θα έπαιρνε τον μήνα; Όσο περίπου ο μισθός του; Ίσως κάποιο μικροποσό παραπάνω κατά διαστήματα.
              Είχε τώρα όλο τον καιρό στη διάθεσή του. Ποτέ πια δεν θα έκανε την ηλίθια δουλειά του γραφιά. Κοίταξε με απέχθεια τα γυαλισμένα παντελόνια του. Άγγισε με στοργή ένα-ένα τα σύνεργα, τον πηλό, τον φούρνο. Θα έπλαθε την ίδια τη γη με τη φαντασία, τη σκέψη και τα χέρια του. Θα της έδινε χρώματα ονείρου, χρώματα αγάπης και λευτεριάς. Κι ίσως κάποτε, κοντά σε όλα τ' άλλα,  κι αυτή να του έδινε αρκετά για να ζήσει.